unashamed$86383$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

unashamed$86383$ - translation to ελληνικό

AMERICAN BAND
Silence (Unashamed album)

unashamed      
adj. ανεπαίσχυντος

Ορισμός

unashamed
If you describe someone's behaviour or attitude as unashamed, you mean that they are open and honest about things that other people might find embarrassing or shocking.
I grinned at him in unashamed delight.
...a man rightly unashamed of his own talent.
ADJ
unashamedly
Drugs are sold unashamedly in broad daylight.
ADV: ADV with v, ADV adj/n

Βικιπαίδεια

Unashamed (band)

Unashamed was a Christian hardcore punk band that became one of the founding bands in the Spirit-Filled HardCore movement. Their bold faith-based lyrics center around ideas directly lifted from the Bible and conservative morality. They released two albums on Tooth & Nail Records. After signing with Tooth & Nail, the band toured until their "final" show at Cornerstone Festival in 1998. In 2009, the band announced that they were reforming with many of their original line-up, and would begin touring hard into 2010.